Περικλής Κοροβέσης

1.

Είχα σβήσει με μπλάνκο το όνομά σου από την ατζέντα μου.
Δεν περίμενα να ξαναπάρεις τηλέφωνο ύστερα από τόσον καιρό.
Και όμως πήρες. Ρώτησες αν ενοχλείς. Ήσουν ευγενική.
Το μέταλλο της φωνής σου, πολύτιμο όπως πάντα. Ρώτησες αν γράφω.
Δεν ήθελες να με διακόψεις. Εκτιμούσες πάντα την δουλειά μου.
Ρωτάς τι κάνω. “Όλα καλά”, σου λέω. Τί να σου πω;
Με γάμησες,
Περίπατο έκανες στη ζωή μου και τη διάλυσες.

 

2.

Μερικές φορές, βαθιά τη νύχτα, με ένα ποτήρι κρασί στο χέρι, έρχονται κάποιες στιγμές που η ψυχή μου γεμίζει ουράνια τόξα. Όχι σημαντικά πράγματα. Μικρές στιγμές που τους χρωστάω ένα μεγάλο ευχαριστώ. Σε σένα κυρ Μανώλη στην Αθηνάς, όταν σου ζήτησα δουλειά. Είπες, “δεν έχω ανάγκη από κάποιο παιδί”. Αλλά με πήρες στη δουλειά σου, γιατί είχα ανάγκη εγώ. Και έτσι μπόρεσα και τέλειωσα το νυχτερινό. Στους δυο μπάτσους την εποχή της χούντας, όταν ρίχναμε προκηρύξεις στον κινηματογράφο Εκράν. Και μας είπαν: “Τί κάνετε, ρε κωλόπαιδα; Πάρτε δρόμο πριν σας γ@@μησουμε”. Και μας άφησαν ξέροντας πως θα ξαναρίξουμε προκηρύξεις. Γλιτώσαμε έτσι βασανιστήρια και φυλακίσεις. Στον περιπτερά, τον κυρ Κώστα, που μου έδινε την Αυγή τυλιγμένη στα Νέα. Μετά από χρόνια έμαθα πως τα γεμιστά μπισκότα Παπαδοπούλου που μου έφερνε η μάνα μου στις Φυλακές Αίγινας ήταν δικά του. Αλλά δεν ήθελε να το μάθει κανείς. Ακόμα έχω τη θύμηση μιας γλύκας στην ψυχή και στο στόμα. Και τώρα σε σένα Ίνγκριντ, στο προαστιακό τρένο στη Στοκχόλμη, που με είδες να τουρτουρίζω σε θερμοκρασία είκοσι υπό το μηδέν. Είδες τα ρούχα μου και με λυπήθηκες. Με μάζεψες, με πήγες σπίτι σου, εμένα το λαθρομετανάστη, που εξ ορισμού ήμουν επικίνδυνος. Με τάισες, με έπλυνες, μου έδωσες το κρεβάτι σου. Και με έκανες θρήσκο. Είπα, “εδώ υπάρχει θεός”.

 

3.

Σκέφτομαι τα κορίτσια που αγάπησαν και πίστεψαν σε λόγια τραγουδιών. Και δάγκωσαν τα χείλη που είπαν ψέματα. Τώρα τα βράδια μένουν μέσα. Είναι άτονες. Σκουπίζουν, ξεσκονίζουν, σιδερώνουν ακούγοντας ραδιόφωνο. Αργά το βράδυ κοιτιούνται στον καθρέφτη. Είναι όμορφες, επιθυμητές και για αυτό ακόμα πιο μόνες. Και το δάκρυ ατμός, σαπούνι στο μάτι, την εικόνα θολώνει.

 

4.

ΑΣΥΛΟ ΣΤΟ ΧΑΡΤΙ


Εμείς οι φυλακισμένοι του χαρτιού,
χάσαμε τόση ζωή, όσο η έκταση των γραπτών μας.
Δεν είχαμε κι άλλη λύση.
Ήρθαμε και δεν μας περίμεναν.
Χτυπήσαμε την πόρτα, αλλά δεν μας άνοιξαν.
Μιλήσαμε και η γλώσσα μας ήταν ξένη.
Καταφύγαμε στο χαρτί, ζητώντας άσυλο,
όμως κι εδώ εξόριστοι είμαστε.
Δεν είχε χώρο για μας, μόνο για τις λέξεις.

 

5.

ΛΑΘΡΟΜΕΤΑΝΑΣΤΗΣ


Κάθομαι στο καφενείο στην Αχαρνών
και κοιτάζω το δρόμο που γίνεται θέατρο.
Μπροστά από το τραπέζι,
περνούν οι ομορφιές του κόσμου:
λυγερές από μακρινές χώρες,
το ίδιο απρόσιτες όπως όλες οι όμορφες∙
στιβαρά παλικάρια που το βήμα τους
δαμάζει την άσφαλτο∙
χαρούμενες παιδικές φωνές,
φτάνουν στα κουρασμένα αυτιά μου.
Αλλά κανείς δεν τους θέλει
και τους βρίσκω συγγενείς μου.
Λαθρομετανάστης ήμουν κι εγώ στη ζωή μου,
χωρίς χαρτιά και άδεια παραμονής.
Και στην πρώτη σκούπα με απέλασες.
Και μου έρχεται να χωθώ
σ’ αυτό το πολύχρωμο πλήθος και να τους πω:
«Πάρτε με μαζί σας, είμαι δικός σας».


6. 

Ξέρω πώς θα είναι ο θάνατος. Μια βιαστική μετακόμιση ή έξωση. Ένα ξαφνικό ταξίδι, γιατί η χώρα σου έπαψε να υπάρχει - έτσι για πλάκα. Και θα έχω αφήσει τόσα πίσω: ιδέες, αποφάσεις για μια άλλη ζωή, καλύτερη από αυτήν που κάνω τώρα, συγκατοικώντας ασφυκτικά με τον Μπαχ. Οι φίλοι μου θα λείπουν. Και ένας ακόμα άγνωστος θα μείνει με τους αγνώστους. Μπορεί και να θυμάμαι: τα μάτια σου, τα χέρια σου, την πέτρα που έσκυψες και μάζεψες δίπλα από τη θάλασσα. Για αυτό σου λέω, ξέρω πώς θα είναι ο θάνατος: μια απλή βραδιά. Όπως οι άλλες.

 

7. 

Έκανες έρωτα,

το ξέρω.

Βγήκες, ήπιες, άκουσες μουσική.

Σηκώθηκες και χόρεψες

σε κοίταζαν

ξανά ήπιες

ήσουν μονάχη

ήθελες έρωτα.

Με σκέφτηκες

το ένιωσα,

έχασα λίγο ηλεκτρισμό.

Μετά φύγατε μαζί

ψιλόβρεχε.

Πήγατε σπίτι

στρίψατε ένα τσιγάρο

βάλατε μουσική.

Πήρες εσύ την πρωτοβουλία

πήγες στο κρεβάτι

ξέρω πώς έγινε.

Καθόμουν στη σιωπή

είχε ησυχία

άκουσα τις φωνές σου

είδα χωρίς να θέλω.

Κάθισε δίπλα σου

σε πήρε στην αγκαλιά του.

Ήσουν όμορφη.

Την άλλη μέρα πήρες τηλέφωνο

ήσουν καλά.

Είπες πως μ' αγαπάς

-χαμήλωσες τη φωνή σου

για να σ' ακούσω μόνο εγώ-

Μου φτάνει.

 

|Ο Περικλής Κοροβέσης γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου του 1941 στην Αθήνα. Έλληνας συγγραφέας, λογοτέχνης και ποιητής. Ακτιβιστής και πολιτικός. Είχε έντονη αντιδικτατορική δράση. Φυλακίστηκε και βασανίστηκε επί χούντας. Τον έπιασαν λίγο μετά το πραξικόπημα των συνταγματαρχών. Τον είχε καταδώσει κάποιος. Τον πήγαν στη Μπουμπουλίνας. Σφαλιάρες. Βασανιστήρια. Αργά χτυπήματα στην αρχή. Μετά πιο γρήγορα. Άγριος ξυλοδαρμός. Να μαρτυρήσει. Δεν το έκανε. Τον ανέβασαν στο πλυσταριό. Φάλαγγα. Νοσοκομείο. Ηλεκτροσόκ. Μπουμπουλίνας, Αβέρωφ, Αίγινα.

Χρόνια αργότερα όταν τον ρώτησαν σε συνέντευξη για το ξύλο είπε: "Τόσο που δεν το θυμάμαι. Έκανα ένα εγκεφαλογράφημα για άλλους λόγους και οι γιατροί βρήκαν στο κεφάλι μου κάποιες μικρές βούλες. Με ρώτησαν τι είναι και τους είπα ότι είναι γκλοπιέςΜε τράβαγαν, με χτυπούσαν, με έδεσαν στον πάγκο, τους άκουγα πώς μιλούσαν μεταξύ τους. Όμως αισθανόμουν ότι ανήκω σε έναν κόσμο που δεν έχει σχέση μ’ αυτούς. Αισθανόμουν ότι υπερασπίζω κάτι πολύ υψηλό, τους φίλους μου, όχι ιδέες, όχι κάποιον «ισμό», κάτι αφηρημένο, αλλά συγκεκριμένους ανθρώπους που είμαστε φίλοι και που τόλμησαν από την πρώτη μέρα της Δικτατορίας και βγήκαν στους δρόμους. Έλεγα μέσα μου ότι αυτά τα σκουλήκια δεν θα μου φάνε αυτόν τον κόσμο."

Ο Περικλής Κοροβέσης έγραψε μεταξύ άλλων το βιβλίο «Ανθρωποφύλακες». Προσπάθησε να περιγράψει τα βασανιστήρια. Τι τους έκανε η Χούντα. Τι είναι ο φασισμός. Τις φυλακίσεις στο ΕΑΤ-ΕΣΑ.

Το βιβλίο αρχικά κυκλοφόρησε το 1969 σε λίγα αντίτυπα στη Γενεύη. Εν συνεχεία μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και φανέρωσε το πρόσωπο του φασισμού.


Άλλα βιβλία του είναι: "Αριστερή Ανακύκλωση", "Παράπλευρες καθημερινές απώλειες", "Γυναίκες ευσεβείς του πάθους", "Η πολιτική βία είναι πάντοτε φασιστική", "Στο κέντρο του περιθωρίου". 

Εργάστηκε επίσης ως αρθρογράφος στις εφημερίδες Ελευθεροτυπία,  Εφημερίδα των Συντακτών καθώς και στην Εποχή.   

Ο Περικλής Κοροβέσης πέθανε στις 11 Απριλίου του 2020.|

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο