Αναρτήσεις

  Γιώργος Λ. Οικονόμου   ΒΑΡΔΙΑ ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ θέλω να μιλήσω για τις γυναίκες αυτές που πέρασαν όλο το βράδυ ξάγρυπνες κρατώντας σ’ ένα κρεββάτι νοσηλείας το χέρι ενός μοναχικού ανθρώπου και το πρωί πριν τον αφήσουν έσκυψαν και τον φίλησαν με συμπόνια γιατί είδαν από κοντά πόσο αγώνα έκανε τον θάνατο να ξεγελάσει για μια ακόμα φορά Για τις γυναίκες που όταν φτάσουν σπίτι θα το ξεχάσουν όλο αυτό και θα πιαστούν με τα καθημερινά γιατί η ζωή δεν σε ρωτάει πόσο θάνατο είδαν τα μάτια σου αλλά αν έχεις τη δύναμη παρ’ όλα αυτά να συνεχίσεις     ΑΥΤΟΙ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ Τι όμορφα που ζουν οι αγαπημένοι μες στις φωτογραφίες κι ας στάθηκε σκληρός ο χρόνος μαζί τους αυτοί εξακολουθούν να σηκώνουν ψηλά το ποτήρι αφήνουν το χαμόγελό τους ακέραιο φέρνουν μια στροφή στη μέση της πίστας με το αγαπημένο τους τραγούδι Περήφανοι μ’ ένα λουλούδι στο στόμα ξέροντας καλά πώς να κρατούν έξω απ’ τη φωτογραφία τα σφάλματα που τους ακρωτηρίασαν     ΧΑΜΕΝΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣ
  Κριστιάν Νίρκα   1. Ίσως όταν βρεθεί ο νικητής κι ο ηττημένος, να γνωριστούμε γι’ ακόμη μια φορά Ο ένας για βραβείο Ο άλλος για παρηγοριά     2.
  Το θέμα δεν ήταν ποτέ η κοκκινοσκουφίτσα. Το θέμα ήταν ο λύκος. Το κοριτσάκι ήταν ένα οποιοδήποτε κοριτσάκι, θα μπορούσε να ήταν αγοράκι αλλά, για την εποχή εκείνη ήταν παρατραβηγμένο. Άλλωστε, τα κοριτσάκια ματώνουν σωματικά, εκτός από ψυχικά, πολλές φορές περισσότερο απ’ όσες τα αγοράκια. Έτσι το θέλησε η Φύση. Να ματώνουν από έρωτα, να ματώνουν από αγάπη. Κάτι κοφτερό να τις πληγώνει, να μπήγει τα δόντια του στην απαλή τους σάρκα, κάτι άγριο, ένας λύκος ας πούμε. Αυτός ήταν πάντα το θέμα, η φύση του, η σαγήνη, η υπόσχεση θαλπωρής, η απάτη, ο πόνος. Από την άλλη έχουμε μόνο προσφορά και το κόκκινο του αίματος. Ο λύκος, ο Λύκος, περιμένει να του χτυπήσεις την πόρτα. Δεν ψάχνει, τον ψάχνεις. Όταν τον βρίσκεις ξέρεις πολύ καλά ότι είναι λύκος, είναι ξεκάθαρο. Ρωτάς πράγματα για να πείσεις τον εαυτό σου. Δεν είναι μεγάλα τα μάτια από αγάπη αλλά από λαγνεία. Το στόμα δεν είναι μεγάλο για να φιλάει τρυφερά αλλά για να δαγκώνει. Η γούνα στα χέρια δεν είναι απαλή, βρωμάει λάσπη. Είναι ένα
Μέσα σου ανατέλλει η ζωή. Τη φύση σου περιτριγυρίζει ένας συρφετός άνομων πράξεων . Η ομορφιά δεν είναι ένοχη ακόμα κι όταν στέκεται γυμνή. Ένοχη τη θέλησαν οι χυδαίοι καθωσπρέπει καταπατητές της. Ασελγώντας, μπήγοντας τα νύχια βαθιά στο κορμί και στην ψυχή τα πελώρια μάτια δακρύζουν ένα τομάρι γλιστρά πάνω στα κύτταρα που νέκρωσαν. Η αλήθεια δεν τρομοκρατείται βγαίνει και μιλά ομολογεί τη φρίκη. Μια γυναίκα φώναξε, στάθηκε όρθια μπροστά στο βωμό του μαρτυρίου οι ανθρωποθυσίες έχουν τελειώσει προ πολλού. Στην αγχόνη σέρνονται πια οι ασελγείς της ζωής. Δημήτρης Καρπέτης
  Γιώργος Σαραντάρης Δεν είμαστε ποιητές σημαίνει... Δεν είμαστε ποιητές σημαίνει φεύγουμε, σημαίνει εγκαταλείπουμε τον αγώνα, παρατάμε τη χαρά στους ανίδεους, τις γυναίκες στα φιλιά του ανέμου και στη σκόνη του καιρού.   Σημαίνει πως φοβόμαστε και η ζωή μάς έγινε ξένη, ο θάνατος βραχνάς.   Έχω δει τον ουρανό   Έχω δει τον ουρανό με τα μάτια μου Με τα μάτια μου άνοιξα τα μάτια του Με τη γλώσσα μου μίλησε Γίναμε αδελφοί και κουβεντιάσαμε Στρώσαμε τραπέζι και δειπνήσαμε Σαν να ήταν ο καιρός όλος μπροστά μας Και θυμάμαι τον ήλιο που γελούσε Που γελούσε και δάκρυζε θυμάμαι.   Μόλις Πεθάνει Μόλις πεθάνει Η αγάπη Θέλει σιωπή μεγάλη Για να 'βρει στην άκρη του πόνου Την περίφημη λίμνη Τη λήθη.   Γιατ ὶ τ ὸ ν ε ἴ χαμε λησμονήσει Μπορε ῖ ἕ νας ἀ π ὸ μ ᾶ ς ν ᾿ ἀ γαπήσει μία γυνα ῖ κα; Ἂ ς βγε ῖ ἔ ξω Ἂ ς περπατήσει πρ ὸ ς τ ὴ θάλασσα Ἂ ς τραγουδήσει